Ad image

Βασίλης Παπακωνσταντίνου: 50 χρόνια καριέρας σε μια συνέντευξη ζωής

29 Μαΐου 2023
Updated 2023/05/29 at 9:35 ΠΜ

Η πρώτη κασέτα που πήρα στη ζωή μου ήταν η “Διαίρεση” , πήγαινα μόλις στην Δ’ Δημοτικού. Και η πρώτη συναυλία που πήγα ήταν η δική του. Και τότε δε δίστασα να στηθώ σε μία τεράστια ουρά για να πάρω ένα αυτόγραφό του. Και το πρώτο καπνογόνο που “έφαγα” ήταν σε δικό του live, όταν γιόρταζε τα 20 χρόνια του στη δισκογραφία. Και αποκλειστικά με τα δικά του τραγούδια νανούριζα τα παιδιά μου. Με την “Πρώτη Μαϊου” την κόρη μου και με τον “Γάτο” τον γιο μου. Και θα μπορούσα να γράψω και πολλά ακόμη περιστατικά της ζωής μου που έχω συνδέσει με τα τραγούδια του.

Το να πάρει κανείς συνέντευξη από έναν καλλιτέχνη που έχει συνδέσει άρρηκτα με την ίδια του ζωή, δεν είναι εύκολο. Γιατί και το άγχος και η συγκίνηση κυριαρχούν. Και αυτό που φοβάσαι είναι μήπως αυτός που θα έχεις απέναντί σου, θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες σου ή θα πέσει από τον θρόνο που τον έχεις τοποθετήσει.

O Βασίλης Παπακωνσταντίνου
 MOTIONTEAM

Τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου τον συνάντησα στο σπίτι του με αφορμή τη μεγάλη γιορτή που στήνει στις 14 Ιουνίου στο Καλλιμάρμαρο Στάδιο για τα 50 χρόνια του στη δισκογραφία. Με το άγχος μου να έχει χτυπήσει κόκκινο, καθώς ένιωθα πως επιτέλους θα συναντήσω το εφηβικό μου είδωλο.

Η ζεστασιά, το χαμόγελο και η απλότητά του διέλυσαν αυτόματα τα πάντα από το πρώτο λεπτό. Και κάναμε μαζί μία πολύ ζεστή συζήτηση εφ όλης της ύλης. Μιλήσαμε για όλους και για όλα. Από τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Λοΐζο μέχρι τον Οδυσσέα Ιωάννου και τη Μαρία Παπαγεωργίου. Και όχι μόνο δεν “έπεσε” από τον θρόνο του, αλλά ανέβηκε ακόμη πιο ψηλά. Γιατί είναι ένας άνθρωπος που τραγουδά αυτά ακριβώς που νιώθει, τις δικές του αλήθειες και τα δικά του ιδανικά. Και γιατί τελικά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου είναι τα τραγούδια του….

Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου  FRANCESCA GIAITZOGLOU – WATKINSON

ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ…

Τι είναι αυτό που νοσταλγείτε περισσότερο;
Γύρναω πάντα στο χωριό μου, το Βάστα Αρκαδίας. Εκεί είναι η πατρίδα μου. Η μικρή μου πατρίδα. Το λένε Βάστα γιατί επί τουρκοκρατίας το καίγανε συνέχεια και το ξαναχτίζανε. Έτσι, λέγανε συνέχεια «βάστα κατακαημένο, βάστα». Εκεί έζησα μέχρι τα επτάμισι χρόνια μου και μετά όλα τα καλοκαίρια στην εφηβεία και βάλε. Εκεί άκουσα τους ήχους της φύσης, τα πουλιά. Το θρόισμα των φύλλων. Θυμάμαι έκπληκτος την ομίχλη, τη βροχή, τα τραγούδια των συγχωριανών, τα βουνά, τη θάλασσα κάτω μακριά. Γι αυτό ζω λατρεύοντας τη φύση…

Εκεί, μ’ ένα μυστήριο τρόπο είχαν κατορθώσει να τραγουδάνε σε κάθε συμβάν της ζωής τους. Εμείς σαν οικογένεια τραγουδούσαμε κάθε Κυριακή που τρώγαμε κρέας ας πούμε. Αλλά και τραγούδια για τη βροχή, για τα δέντρα, για τη μάνα, τραγούδια για τη θλίψη… Με αυτά μεγάλωσα και αυτά θέλω να τα κρατήσω, γιατί τα έχω ανάγκη. Είναι η αντιπαράθεση στο γκρίζο σήμερα. Είναι πηγή δύναμης.

Ωστόσο, θλίβομαι πολύ πια όταν πηγαίνω. Είναι οι γονείς μου εκεί, μόνιμα πια, στο κοιμητήρι του χωριού. Ελπίζω να το ξεπεράσω και να πηγαίνω συχνότερα.

Τι άνθρωποι ήταν οι γονείς σας;
Ο μπαμπάς δεν ήταν καθόλου σκληρός, ήταν, όπως πρέπει να είναι οι μπαμπάδες, συμβουλευτικός και στοργικός. Η μαμά ήταν πολύ εκδηλωτική, άνθρωπος της αγκαλιάς. Θυμάμαι με νανούριζε και εγώ την ξενυχτούσα και της έλεγα “κι άλλο μαμά κι άλλο”. Ήταν αγρότες. Δεν μπορούσαν να είναι και κάτι άλλο εκεί στο χωριό.

Όταν ζούσα εγώ εκεί, το χωριό είχε 100- 200 κατοίκους. Τώρα έχει 40. Ο μπαμπάς ήταν ένας αγωνιστής της ζωής. Πολλές φορές έφευγε και ερχόταν στην Αθήνα και δούλευε. Ήταν σοβατζής, οικοδόμος δηλαδή. Όταν ήρθαμε πια στην Αθήνα οικογενειακώς, στα 7- 8 μου χρόνια, δούλευε ήλιο με ήλιο. Και η μαμά μου δούλευε σε σπίτια, καθάριζε και έπλενε. Δεν υπήρχαν πλυντήρια τότε βλέπεις. Ευτυχώς, όμως, ήμασταν τέσσερα αδέρφια. έχω δύο αδερφές κι έναν αδερφό. Εγώ ήμουν μικρότερος και κάπως τα καταφέρναμε.

Βασίλης Παπακωνσταντίνου: 50 χρόνια καριέρας σε μια συνέντευξη ζωής
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου  FRANCESCA GIAITZOGLOU – WATKINSON

ΜΕ ΜΙΑ ΚΙΘΑΡΑ ΣΤΟ ΧΕΡΙ…

Και ποια ήταν η στιγμή αυτή είπατε “εγώ τώρα θα γίνω τραγουδιστής”…
Δεν ξεκίνησα έτσι. Στην Αθήνα πια, στις Εργατικές κατοικίες της Νέας Φιλαδέλφειας και της Νέας Ιωνίας, ένας γείτονάς μου που έμενε ακριβώς από κάτω μας στην πολυκατοικία, ο Κώστας Παναγόπουλος, είχε μια κιθάρα και προσπαθούσε να μάθει. Πού και πού τη δανειζόμουν και εγώ και έπαιζα. Μάθαινα μόνος μου και μετά του έδειχνα κιόλας. Στο τέλος, μου την άφηνε για πολύ μεγάλα διαστήματα κι έτσι δέθηκα με τη μουσική. Ήμουν καθαρά αυτοδίδακτος.

Γύρω στα 13-14 μου, εισέβαλαν στη ζωή μου οι Beatles, οι Rolling Stones και οι Animals. Κάθε γειτονιά είχε και το δικό της συγκρότημα. Εγώ έφτιαξα αυτό της δικής μας, τους Crosswords, και στα 16-17 κάναμε την πρώτη μας συναυλία. Δηλαδή, δεν ξεκίνησα να παίζω μουσική για να γίνω επαγγελματίας ή διάσημος. Μέχρι τα 14 μου δεν είχα καν σκεφτεί τι δουλειά θα κάνω όταν μεγαλώσω. Απλώς μου άρεσε η μουσική και ήξερα πως δεν μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτήν. Αγαπούσα τόσο πολύ τη μουσική, που έλεγα πως εγώ αυτό θα κάνω, θα παίζω και θα τραγουδάω.

Στο σχολείο ήσασταν καλός μαθητής ή μονίμως με μία κιθάρα στο χέρι;
Δεν ήμουνα καλός στους βαθμούς γιατί δεν προλάβαινα, ασχολιόμουν όντως με την κιθάρα συνέχεια. Αλλά είχα πολύ καλή αντίληψη. Τελείωσα το Γυμνάσιο, το σημερινό Λύκειο δηλαδή και ήμουν ήδη τόσο χωμένος στη μουσική, που δε με ενδιέφερε τίποτα άλλο, οπότε δεν σπούδασα παραπάνω.

Εκατό οικογένειες έχουν βαλθεί να σκλαβώσουν τους πολίτες όλου του κόσμου. Η πάλη των τάξεων τώρα είναι ακόμα μεγαλύτερη. Δεν ξέρω κι αν ο Μαρξ ζούσε σήμερα, πώς θα το αντιμετώπιζε αυτό. Γιατί τα πάντα είναι θέμα ιδεολογίας.

Τα ακούσματα σας τότε ήταν ροκ;
Ήταν μία θα λέγαμε σαλάτα. Άκουγα δημοτικό τραγούδι, ελαφρύ, λαϊκό, διεθνές, απ’ όλα. Όταν γνώρισα τον Μάνο Λοΐζο είχα ήδη μπει στο καθαρά ελληνικό τραγούδι και μάλιστα στο πολιτικό, λόγω ιδεολογίας. Και τραγουδούσα ό,τι ήταν προοδευτικό. Όχι πολιτικό αυστηρά, ούτε στρατευμένο. Και ερωτικά βέβαια τραγούδια, αλλά και τραγούδια του Χατζιδάκι.

Με τον οποίο δεν προλάβατε κιόλας να συνεργατείτε…
Ήταν να κάνουμε μια δουλειά με τον Μάνο Χατζιδάκι, αλλά δεν πρόλαβα, γιατί ήμουν σε άλλη εταιρεία και εκείνος ήθελε να την κάνουμε στη δική του εταιρεία, τον Σείριο. Με το δίκιο του βέβαια. Πολύ λυπάμαι που δεν πρόλαβε να γίνει αυτή η δουλειά. Μου είχε πει, όταν τελειώσει το συμβόλαιό σου, πριν να υπογράψεις άλλο, να το κάνουμε τότε. Και στο μεταξύ “έφυγε”.

Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου  FRANCESCA GIAITZOGLOU – WATKINSON

50 ΧΡΟΝΙΑ ΒΑΣΙΛΗΣ

Ας περάσουμε στα “50 χρόνια Βασίλης”. Πώς αισθάνεστε που έχετε “στην πλάτη” 50 χρόνια καριέρας;
Είμαι στη δισκογραφια 50 χρόνια. 50 χρόνια στούντιο και 50 χρόνια εμφανίσεις. Ξεκίνησα να τραγουδώ στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Το 1972 βγήκαν και οι δύο πρώτοι μου δίσκοι βινυλίου σε 45αρια. Και οι δύο σε μουσική του Βασίλη Αρχιτεκτονίδη. Έναν χρόνο μετά, τέλειωσα από φαντάρος και πήγα στη Γερμανία, όπου εντάχθηκα σε επιτροπές αντιδικτατορικού αγώνα, τραγουδώντας παράλληλα σε πολλά στέκια Ελλήνων φοιτητών και ομογενών.

Το καλοκαίρι του ‘74, ακριβώς δηλαδή στη μεταπολίτευση, γνώρισα τον Μίκη Θεοδωράκη στο Παρίσι και βγάλαμε μαζί δύο δίσκους. Συμμετείχα στον δίσκο «Προδομένος Λαός» από το θεατρικό έργο του Γ. Ρούσσου “Μαντώ Μαυρογένους” που έκανε παράσταση η Αλίκη Βουγιουκλάκη με τον Μάνο Κατράκη και στον δίσκο «Ο Εχθρός Λαός» σε κείμενα και στίχους του Ιάκωβου Καμπανέλλη που ανέβασε στο θέατρο ο Κώστας Καζάκος και η Τζένη Καρέζη.

Έκτοτε ακολουθήσαν πολλοί δίσκοι, ενώ έχουν ηχογραφηθεί μέχρι σήμερα 1.300 περίπου τραγούδια. Κάθε 5- 10 χρόνια το γιορτάζω, μιας και το κοινό μού δίνει το διαβατήριο να συνεχίσω. Και αυτό εκφράζεται με τη συμμετοχή του στις παραστάσεις μου χειμώνα -καλοκαίρι. Νομίζω, άλλωστε, πως έχω κάνει τις πιο πολλές συναυλίες στην Ελλάδα.

O Βασίλης Παπακωνσταντίνου
–  EUROKINISSI

Αν σας ζήταγε κάποιος να ξεχωρίσετε μια στιγμή, ποια θα ήταν αυτή;
Τι να πρωτοθυμηθώ από τα 50 αυτά χρόνια; Μπορώ να πω πως αισθάνομαι απόλυτα πλήρης από αυτήν την “πνευματική” μου περιουσία κι από τη γνωριμία μου με τόσους συνθέτες και ποιητές. Τους ευγνωμονώ. Και μάλιστα, όσοι ήταν εν ζωή έγιναν και φίλοι μου, μηδενός εξαιρουμένου.

Σίγουρα ξεχωρίζω τη στιγμή που συναντήθηκα με τον Μίκη Θεοδωράκη στο σπίτι του στο Παρίσι. Μου ζήτησε να του πω δυο μόνο τραγούδια και τελικά τραγούδησα τα πάντα με τον ίδιο στο πιάνο. Είπαμε το “Της Δικαιοσύνης Ήλιε νοητέ”, το “Ένα το χελιδόνι”, τον Μπιθικώτση που τον αγαπούσα πολύ και τον αγαπώ ακόμα. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα που μου είπε ότι είμαι πολύ καλός και θέλησε αμέσως να συνεργαστούμε. Κλείσαμε μάλιστα να κάνουμε 45 συναυλίες στην Αμερική.

 

 

 

 

 

news247.gr

Share this Article
Leave a comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *