Τις εξελίξεις στην υπόθεση των υποκλοπών σχολίασε ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, Χρήστος Ράμμος, ενώπιον της επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (LIBE), όπου χαρακτήρισε «σοκ» την κλήση των πρώην στελεχών της ΑΔΑΕ από τη δικαιοσύνη. Ενώ έκανε ευθέως λόγο για απειλές και πιέσεις που δέχθηκαν ο ίδιος και άλλα μέλη των Ανεξάρτητων Αρχών που ερευνούν τη συγκεκριμένη υπόθεση.
«Η ελληνική δικαιοσύνη εδώ και 18 μήνες δεν έχει κάνει τίποτα, δεν έχει διώξει κανέναν για τις υποκλοπές», είπε ο κ. Ράμμος, προσθέτοντας πως «η ίδια δικαιοσύνη σπεύδει να διώξει δύο μέλη του εποπτικού οργάνου που απλώς έκαναν το καθήκον τους».
Έκανε, επίσης, λόγο για πιέσεις κατα την άσκηση του έργου τους. «Η ΑΔΑΕ ηγήθηκε των ερευνών (σ.σ. για τις υποκλοπές) μαζί με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Κι οι δύο Αρχές δέχθηκαν αυξανόμενες πιέσεις ενώ προχωρούσαν τις έρευνές τους. Τα τελευταία γεγονότα στο τέλος Σεπτεμβρίου μπορούν σίγουρα να εντείνουν τις ανησυχίες για τον σεβασμό των κανόνων λειτουργίας της ΑΔΑΕ» είπε, χαρακτηριστικά.
Για τη δίωξη των πρώην μελών της Αρχής
Αναφερόμενος στους δυο πρώην συνεργάτες του που κλητεύθηκαν από τη δικαιοσύνη, σχολίασε πως «ήταν μεγάλο σοκ για μένα η δίωξη δύο εξαιρετικών συνεργατών μου, της Κατερίνας Παπανικολάου και του Στέφανου Γκρίτζαλη. Έχω συνεργαστεί μαζί τους χρόνια και μπορώ να εγγυηθώ για τον επαγγελματισμό τους προς το καθήκον τους. Παρόλο που δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες για τους λόγους που έχουν διωχθεί, είμαι πλήρως πεπεισμένος ότι η εισαγγελία θα διαψευστεί σύντομα. Λυπάμαι ότι κάποιοι από τους καλύτερους αξιωματούχους της Ελλάδας υφίσταται όλα αυτά».
Υπενθυμίζεται ότι οι κ.κ. Παπανικολάου και Γκρίτζαλης, πρώην μέλη της ΑΔΑΕ που αναπληρώθηκαν πρόσφατα, αλλά και δύο ακόμα μέλη της, καλούνται να δώσουν εξηγήσεις με την ιδιότητα του υπόπτου τέλεσης αξιόποινης πράξης ενώπιον πταισματοδίκη Αμαρουσίου. Στο πλαίσιο της δικαστικής έρευνας κατά των μελών της Ολομέλειας της Αρχής που είχε παραγγείλει ο τέως Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος, για διαρροές στοιχείων στα ΜΜΕ από έρευνα που είχαν διενεργήσει τα μέλη της Αρχής σε συγκεκριμένο πάροχο κινητής τηλεφωνίας.
Για την αντικατάσταση των μελών της ΑΔΑΕ
Ενώπιον των ευρωβουλευτών της Επιτροπής, ο Χρήστος Ράμμος αναφέρθηκε και στον τρόπο με τον οποίο έγινε η αντικατάσταση των παραπάνω μελών της ΑΔΑΕ. «Οι εξελίξεις τις τελευταίες ημέρες ανέδειξαν τις ανησυχίες για παρεμβάσεις στην ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα […] Η ΑΔΑΕ είχε πρόσφατα πραγματοποιήσει έκτακτες επιθεωρήσεις για την νομιμότητα των υποκλοπών στις εγκαταστάσεις της ΕΥΠ, όπως προείπα, η διαδικασία παραμένει σε εξέλιξη. Στις 20 Σεπτεμβρίου το Ελληνικό Κοινοβούλιο αντικατέστησε 3 από τα 7 μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΔΑΕ. Η θητεία τους είχε λήξει από τον Μάρτιο του 2022, αλλά η αντικατάστασή τους παρουσιάστηκε ως «επείγουσα» μετά την αδράνεια της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής επί 18 μήνες».
Όπως τόνισε, «η αντικατάσταση (σ.σ. των Παπανικολάου και Γκρίτζαλη) αποφασίστηκε με οριακά μικρότερη πλειοψηφία (16/27 ή 2,96/5), κατά παράβαση του Συντάγματος. Τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατά τη διάρκεια της νύχτας με αξιοσημείωτη βιασύνη, υποδεικνύοντας ότι η αντικατάσταση θα μπορούσε να συνδέεται με συγκεκριμένα γεγονότα. Δεν μπορώ να προχωρήσω σε λεπτομέρειες επ’ αυτού».
Η πορεία των ερευνών, η γνωμοδότηση Ντογιάκου και οι απειλές
Κατά την ακρόαση του, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ περιέγραψε την προσπάθεια που έγινε να σταματήσει η έρευνα της Αρχής, με τη γνωμοδότηση του τέως Εισαγγελέα ΑΠ Ισιδώρου Ντογιάκου:
«Από το τέλος του 2022 σειρά δημοσιευμάτων στην Ελλάδα υπέδειξε ότι η ιδιωτικότητα των συνομιλιών συγκεκριμένων προσώπων, μεταξύ τους δημόσιων αξιωματούχων, είχε παραβιαστεί, κατά παράβαση της ελληνικής νομοθεσίας, με τη χρήση παράνομου κακόβουλου λογισμικού, κάτι που προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον στην κοινή γνώμη.
Σαν αποτέλεσμα η ΑΔΑΕ έλαβε πολυάριθμα αιτήματα, που προκάλεσαν αρκετές έρευνες που παραμένουν σε εξέλιξη και είναι μυστικές, όπως επιβάλλει ο νόμος. Υπάρχει διαρκής επαφή με τους εισαγγελείς που ερευνούν το ποινικό σκέλος της υπόθεσης. Στο τέλος του Νοεμβρίου του 2022 είχαμε νέα νομοθεσία, που μετέβαλε την διαδικασία … στη συνέχεια, όταν στο πλαίσιο έρευνας ήρθαμε σε επαφή με πάροχο τηλεπικοινωνιών, αυτός ζήτησε επιβεβαίωση από τον Άρειο Πάγο για την δυνατότητα για να παράσχει σχετικά στοιχεία, υπό το νέο νομικό πλαίσιο. Ο εισαγγελέας του ΑΠ εξέδωσε μη δεσμευτική γνωμοδότηση -και κατά τη γνώμη μου εσφαλμένη νομικά- ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον την δυνατότητα να πραγματοποιεί έρευνες είτε αυτοβούλως είτε μετά από αίτημα πολίτη, σε σχέση με την πιθανή παραβίαση του απόρρητου των επικοινωνιών τους για λόγους εθνικής ασφάλειας. Η γνωμοδότηση συνοδευόταν από απειλές ότι αν η ΑΔΑΕ δεν συμμορφωνόταν με τη γνωμοδότηση, πιθανώς θα υφίσταντο δίωξη με κατηγορίες όπως η κατασκοπεία μέλη της διοίκησης και του προσωπικού της. Παρά ταύτα, οι έρευνες της ΑΔΑΕ είναι νόμιμες με βάση το νόμο 3115/2003, που δεν τροποποιήθηκε καθόλου από τον νόμο του 2022, στον οποίο βασίστηκε η γνωμοδότηση. Δήλωσα δημοσίως ότι αυτή η γνωμοδότηση αντίκειται στην συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ».
Έκανε μάλιστα λόγο – ευθέως – για απειλές που δέχτηκε όταν αποπειράθηκε να ενημερώσει την αρμόδια επιτροπή της Βουλής και μετά από το αίτημα για ενημέρωση που είχε καταθέσει ο τότε αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας:
«Μετά από αυτά, ζήτησα να καταθέσω στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του ελληνικού Κοινοβουλίου προκειμένου να καταθέσω για να ενημερώσω για τα ήδη υπάρχοντα ευρήματά μας από τις έρευνες. Το αίτημα απορρίφθηκε από τον πρόεδρο της Επιτροπής και τον πρόεδρο της Βουλής. Κατόπιν αυτού, τον Ιανουάριο με προσέβαλαν και με απείλησαν προσωπικά, δημοσίως και με ωμότητα, βουλευτές και αξιωματούχοι της κυβέρνησης, όταν η ΑΔΑΕ προσπάθησε να ενημερώσει τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με βάση δικό του αίτημα που εδράζεται στην κείμενη νομοθεσία (5002/2022, άρθρο 8, παράγραφος 6), να μάθει αν υπήρξαν στόχος παρακολούθησης υψηλά ιστάμενοι δημόσιοι αξιωματούχοι από την κρατική υπηρεσία πληροφοριών, την ΕΥΠ».
Πηγή in.gr